Του Χρήστου Κορομηλά*
Στη χώρα μας έχουμε ευτυχώς ένα θέμα επί του οποίου συμφωνούμε όλοι, ενδεχομένως και το μοναδικό, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Όλες οι κυβερνήσεις, ιδίως από τη μεταπολίτευση και μετά, όλα τα κόμματα, μικρά και μεγάλα, όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όλες οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, εργοδοτών και εργαζομένων, όλοι οι οικονομολόγοι και φυσικά σύμπας ο λαός συμφωνούμε στην...
...καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ωστόσο η φοροδιαφυγή εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει. Πρόσφατα, σε δηλώσεις του ο ίδιος ο πρωθυπουργός την υπολόγισε στο 35% του ΑΕΠ. Γιατί; Η απάντηση που δίδει ο λαϊκισμός στο ερώτημα αυτό είναι «μα είναι φανερό ότι δεν ήθελαν στην πραγματικότητα να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή. Αν το ήθελαν....». Η απάντηση αυτή είναι απλή και ομολογουμένως φέρεται και πειστική. Αν θέλει κανένας όμως να σοβαρολογήσει, πρέπει πρώτα να παρατηρήσει ότι η φοροδιαφυγή είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Ο αρμόδιος Ευρωπαίος Επίτροπος μάλιστα, κ. Σεμέτα, ανέβασε πρόσφατα τη φοροδιαφυγή στην Ε.Ε στο ένα τρισεκατομμύριο ευρώ. Πρόσφατα, όλοι ξέρουμε, ότι οι Γερμανοί και οι Γάλλοι, αλλά και οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί, πλήρωσαν και «πήραν» τους δικούς τους φοροφυγάδες και έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν.
Το επόμενο ερώτημα είναι εάν οι ελληνικές κυβερνήσεις έκαναν κάτι προς την κατεύθυνση της πάταξης της φοροδιαφυγής και τι τύχη είχαν αυτά που έκαναν. Σ αυτό το σημείο θεωρώ ότι επιβάλλεται να κάνω μια αναδρομή στο ένδοξο παρελθόν μας και στους τρόπους αντιμετώπισης του θηρίου της φοροδιαφυγής.
Λαθρεμπόριο στα καύσιμα. Είναι ευρύτατα γνωστό ότι τους χειμερινούς ιδιαίτερα μήνες παρατηρείται έξαρση στο λαθρεμπόριο διακίνησης πετρελαιοειδών. Επωφελούνται οι λαθρέμποροι της διαφοράς τιμής που υπάρχει μεταξύ πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης, που οφείλεται με τη σειρά της αποκλειστικώς και μόνο στον διαφορετικό τρόπο φορολόγησης, ο οποίος έχει θεσπιστεί για προφανείς λόγους. Υπολογίζεται ότι η απώλεια εσόδων του κράτους από την πηγή αυτή φοροδιαφυγής φθάνει το 1,2 δις ευρώ.
Σύστημα αντικειμενικών αξιών. Τη δεκαετία του ‘80, εισήχθη στη χώρα μας το σύστημα των αντικειμενικών τιμών των ακινήτων.
Τι επεδίωκε αυτό το μέτρο; Είναι γνωστό σε όλους μας ότι προκειμένου να γίνει μία μεταβίβαση ακινήτου πρέπει προηγουμένως να προσδιοριστεί η πραγματική του αξία και επ’ αυτής να επιβληθεί ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων που την εποχή εκείνη ήταν 13% περίπου. Ο έφορος, που ήταν αρμόδιος για αυτή τη δουλειά χρησιμοποιούσε συγκριτικά στοιχεία που αυτός είχε στη διάθεσή του, κατά το δοκούν. Ήταν γνωστό και πανθομολογούμενο ότι σε ολόκληρη αυτή τη διαδικασία εισχωρούσε ωμή συναλλαγή και μεγάλη διαφθορά σχεδόν κατά κανόνα. Για να αντιμετωπίσει λοιπόν αυτές τις δύο πληγές, η τότε κυβέρνηση εισήγαγε τις αντικειμενικές αξίες, ώστε ο έφορος απλώς μια τυπική διαδικασία χρειάζεται να κάνει, και αυτόματα προσδιοριζόταν με μαθηματικό τύπο η αξία της συναλλαγής, επί της οποίας και επιβάλλεται ο φόρος. Εκδηλώθηκε τότε μία μεγάλη πίεση της κοινής γνώμης για να προσδιοριστούν αντικειμενικές τιμές κατά πολύ κατώτερες των εμπορικών. Το άνοιγμα αυτό οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις οι αντικειμενικές αξίες να είναι κάτω από το μισό της πραγματικής. Έτσι, φορολογείτο το τίμημα της αντικειμενικής αξίας, και το υπόλοιπο τίμημα έφευγε «μαύρο» στα χέρια του πωλητή. Νομιμοποιείται έτσι de facto ένα μεγάλο μέρος της φοροδιαφυγής. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μαύρα χρήματα τα ακολουθούσε το στίγμα και μετά τη συναλλαγή, διότι από τον πωλητή του ακινήτου κάπου έπρεπε να κατατεθούν και κάπως έπρεπε να δικαιολογηθεί το που τα βρήκε. ‘Έκαναν λοιπόν και οι τράπεζες τα στραβά μάτια προκειμένου να πάρουν σε καταθέσεις το μαύρο χρήμα, γιατί αλλιώς θα όδευε προς το εξωτερικό.
Μετά το ξέσπασμα της κρίσης, το 2010, η τότε κυβέρνηση μπόρεσε και πέρασε τις ταμειακές μηχανές παντού, στα περίπτερα, τις λαϊκές αγορές, τα βενζινάδικα, κλπ... Δεν ήταν εύκολο αυτό το πράγμα και είχε επιχειρηθεί και στο παρελθόν πολλές φορές, χωρίς επιτυχία, λόγω της αντίδρασης των «θιγομένων». Η δυνατότητα έκδοσης αποδείξεων που απέβλεπε στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θεσμοθετήθηκε τελικά, βοηθούσης της κρίσεως. Έπρεπε όμως οι μηχανές να δουλέψουν και να εκδίδονται και οι αποδείξεις. Και επειδή το πράγμα δεν έβγαινε, θεσμοθετήθηκε και μπόνους για όσους προσκόμιζαν επιπλέον αποδείξεις. Λες και για να εκπληρώσει ένας την νόμιμη υποχρέωση του και να ζητήσει απόδειξη για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, έπρεπε να πάρει και το «κατιτίς» του. Η συνέπεια ήταν να πληρώσει το δημόσιο ως μπόνους για τις αποδείξεις που επέβαλλε για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, 1,2 δις ευρώ το 2011, ποσό που κληθήκαμε βέβαια τον περασμένο Ιούνιο να καλύψουμε όλοι οι φορολογούμενοι.
Τέλος βλέπουμε τους δυστυχείς Πακιστανούς, καλοκαίρι και χειμώνα, να γυρνάνε τις παραλίες και τους κεντρικούς δρόμους της Καλαμάτας και άλλων πόλεων με κρεμασμένα βραχιόλια, φουστάνια, κομπολόγια, CD και διάφορα άλλα μπιχλιμπίδια. Είναι προφανές ότι δεν τα έφεραν από το Πακιστάν αυτά, δεν τα πέρασαν από τον Έβρο, αλλά πίσω τους υπάρχουν αποθήκες, που τους εφοδιάζουν και δι’ αυτών πουλάνε αφορολόγητο το εμπόρευμα, το οποίο επίσης αφορολόγητα έχουν προμηθευτεί. Οι Πακιστανοί «δουλεύουν» για ένα κομμάτι ψωμί, τους κυνηγάει η αστυνομία και τους ξυλοκοπούν διάφοροι αυτόκλητη σωτήρες. Τους φοροφυγάδες άραγε που τροφοδοτούν αυτό το λαθρεμπόριο γιατί δεν τους ενοχλεί κανένας;
Θα μου πείτε βέβαια, καλά τα λες αλλά τι έπρεπε να γίνει ή τι μπορεί να γίνει;
Κατά τη γνώμη μου, κάτι εντελώς απλό, προφανές και με μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Πρώτον να θεσμοθετηθεί ένα λογικό όριο στο ύψος των αποδείξεων χωρίς εκπτώσεις και υπερβολές και δεύτερον να αναληφθεί μία συστηματική επικοινωνιακή προσπάθεια, επίμονη και διαρκής από όλα τα ΜΜΕ (χωρίς να πληρώσει γι’ αυτήν μάλιστα το δημόσιο, αφού τα ΜΜΕ χρησιμοποιούν το δημόσιο αγαθό των συχνοτήτων), που να ενημερώνει τον κόσμο γιατί ακριβώς πρέπει να ζητάει αποδείξεις και γιατί αυτοί που δεν εκδίδουν αποδείξεις μας κλέβουν όλους μας. Σας διαβεβαιώ ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, στρατιές ολόκληρες, πρόθυμων που διαρκώς αυξάνονται και ζητάνε αποδείξεις. Θα πρέπει επιτέλους να «απενοχοποιηθεί» εκείνος που ζητάει αποδείξεις και να ενοχοποιηθεί εκείνος που δεν εκδίδει, στην κοινή συνείδηση. Και αυτό γίνεται με την κινητοποίηση όλων μας και τη συμπαράσταση όλων μας στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Δεν αρκεί η θεσμοθέτηση του νόμου.
Η κυβέρνηση αισιοδοξεί ότι το 2013 θα είναι έτος κάθαρσης και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Μακάρι να το εννοεί και μακάρι να μπορεί. Οι συνθήκες πάντως ευνοούν, καθώς το κλίμα που επικρατεί δείχνει καλό, αν και στην Ελλάδα οι πάντες θέλουν τα πράγματα να διορθωθούν, είτε με θυσίες είτε με αξιοκρατία είτε με αυστηρές ποινές είτε με κατάργηση προνομίων, αρκεί να μην περιλαμβάνονται βεβαίως οι ίδιοι. Ή όχι;
*ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ, Μaster ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΤΡΙΤΕΚΝΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ Ν. ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου