Μεγάλες δυσκολίες αντιμετωπίζουν όσοι αναζητούν σπίτι προς ενοικίαση τα τελευταία χρόνια.
Πέραν των υψηλών ενοικίων, τα οποία την τελευταία πενταετία έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο 35%, έρχονται αντιμέτωποι και με ιδιαίτερες απαιτήσεις ιδιοκτητών, οι οποίοι διαθέτουν πλέον ισχυρότερη διαπραγματευτική δύναμη, αφού η ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά και οι πιθανότητες να μείνει κενό το ακίνητό τους είναι πολύ περιορισμένες.
Ιδιοκτήτες που έχουν υποστεί ζημία στη διάρκεια της κρίσης ζητούν υψηλά ενοίκια τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τις αξίες της περιοχής που φιλοξενεί το ακίνητό τους, άλλοι που είχαν προβλήματα με κακοπληρωτές ενοικιαστές ζητούν εφάπαξ πληρωμή 12 ενοικίων, ενώ κάποιοι άλλοι δέχονται υποψήφιους ενοικιαστές μόνο εάν το δηλωθέν εισόδημα στην εφορία υπερβαίνει το όριο που θέτουν.
Υπάρχουν μάλιστα και αγγελίες όπου ο ιδιοκτήτης υιοθετεί πρακτικές Βρετανίας, απαιτώντας την ύπαρξη εγγυητή σε περίπτωση που δεν πληρωθεί το συμφωνηθέν ενοίκιο.
Το έλλειμμα προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση που έχει παγιωθεί τα τελευταία χρόνια, είναι ο βασικός «υπαίτιος» για φαινόμενα υπερβολικών απαιτήσεων από μερίδα ιδιοκτητών. Τα τελευταία χρόνια, σχεδόν το 85%-90% των νοικοκυριών που αναζητούν στέγη, στρέφονται αποκλειστικά και μόνο στην ενοικίαση, καθώς αδυνατούν να αγοράσουν. Υπάρχει δηλαδή μια δομική αλλαγή στη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού, που έχει μετατραπεί σε ενοικιαστές αντί για υποψήφιους ιδιοκτήτες.
Η αύξηση αυτή της ζήτησης δεν έχει καλυφθεί από την προσφορά και από την αγορά «λείπουν» περί τα 40.000-50.000 ακίνητα που έχουν κατασχεθεί λόγω μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πολλά διαμερίσματα παραμένουν κενά καθώς οι ιδιοκτήτες τους έχουν κακές εμπειρίες από προηγούμενες μισθώσεις, ενώ αρκετές είναι και οι περιπτώσεις μη αποδοχής κληρονομιάς.
Ο συνδυασμός αυξημένης ζήτησης και περιορισμένης προσφοράς είναι που έχει προκαλέσει την «έκρηξη» στις τιμές ενοικίασης.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου