O ένας στους δύο νέους ηλικίας 20 έως 29 ετών δεν εργάζεται ενώ από τον συνολικό πληθυσμό της χώρας με έτος γέννησης από το 1994 μέχρι και το 2004 –ουσιαστικά η generation Z– περίπου οι 350.000 (ή ο ένας στους τρεις) δεν ψάχνουν καν για δουλειά καθώς κατατάσσονται στο λεγόμενο «οικονομικά μη ενεργό» τμήμα του πληθυσμού.
Σύμφωνα με την “Καθημερινή”, οι 500.000 άνδρες και γυναίκες της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας που δεν εργάζονται, είτε γιατί σπουδάζουν, είτε γιατί ψάχνουν αλλά δεν βρίσκουν δουλειά, είτε γιατί δεν θέλουν να βρουν δουλειά, χαρίζουν στην Ελλάδα μια πανευρωπαϊκή αρνητική πρωτιά: μαζί με την Ιταλία έχουμε τη δεύτερη χαμηλότερη απασχόληση στον «πυρήνα» της generation Z, κάτι που υποχρεώνει πολιτεία και κοινωνία να προβληματιστούν για τις αιτίες.
Πίσω από τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης –αλλά και τους εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς σε όσους καταφέρνουν να βρουν δουλειά αφού, όπως προκύπτει, η πλειοψηφία αφορά θέσεις πωλητών, σερβιτόρων και εξυπηρέτησης πελατών– κρύβεται μια σειρά από προβλήματα: η αδυναμία αποχώρησης από το «πατρικό» και δημιουργίας ξεχωριστού νοικοκυριού, η αντιμετώπιση με μεγαλύτερη ένταση του «στεγαστικού» προβλήματος, ακόμη και το «ψαλίδισμα» του μελλοντικού εισοδήματος ως συνταξιούχου, καθώς πλέον κάθε χρόνος μακριά από την αγορά εργασίας και κάθε έτος με χαμηλές αποδοχές αποτυπώνονται ύστερα από 10ετίες και στο ύψος της σύνταξης.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομική κρίση έχει προκαλέσει –για αρκετούς λόγους– πολύ μεγάλη ζημιά στην απασχόληση των νέων, ενώ οι πληγές που άνοιξαν μετά το 2011, ακόμη δεν έχουν κλείσει. Η σύγκριση του 2007 με το 2023 αποτυπώνει τη διαφορά: Το 2023, απασχολούνταν 548.000 νέοι της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας. Το 2007, ήταν 855.000. Εχουμε αφήσει πίσω τα χειρότερα (σ.σ. το 2013 απασχολούνταν μόλις 440.000 νέοι ηλικίας 20-29 ετών) αλλά είναι αμφίβολο (λόγω και της ταχείας συρρίκνωσης του πληθυσμού) αν και πότε θα καταγραφεί ξανά αριθμός απασχολούμενων νέων στην Ελλάδα αντίστοιχος με αυτόν του 2007, μια και… λείπουν περίπου 300.000 άτομα.
Τι κάνουν, λοιπόν, σήμερα οι νέοι ηλικίας 20-29 ετών; Από τους 548.000 που εργάζονται, οι 61.000 είναι αυτοαπασχολούμενοι (περίπου οι 11 στους 100), οι 5 στους 100 απασχολούνται στην οικογενειακή επιχείρηση και οι 83 στους 100 είναι μισθωτοί κυρίως σε θέσεις εργασίας χαμηλών αποδοχών. Επίσης οι 11 στους 100 εργάζονται σε θέσεις μερικής απασχόλησης, κάτι που επίσης σημαίνει χαμηλές αποδοχές της τάξεως των 300-400 ευρώ τον μήνα καθαρά. Από αυτούς που δεν εργάζονται οι 146.800 είναι άνεργοι (δηλαδή, έχουν απασχοληθεί κάποια στιγμή στο παρελθόν και τώρα δεν έχουν δουλειά) ενώ οι 347.500 (ή ο ένας στους τρεις) κατατάσσονται στους οικονομικά μη ενεργούς. Εκεί υπάρχουν αυτοί που συνεχίζουν τις σπουδές τους, υπάρχουν όμως και οι λεγόμενοι NΕΕΤs, δηλαδή άτομα που ούτε δουλεύουν, ούτε σπουδάζουν, ούτε εκπαιδεύονται. Ο αριθμός τους εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 120.000 άτομα. Υπάρχει βέβαια μια παράμετρος που ειδικά στην Ελλάδα παίζει σημαντικό ρόλο: η αδήλωτη ή υποδηλωμένη απασχόληση.
Τα στοιχεία που συλλέγουν η ΕΛΣΤΑΤ και η Eurostat προκύπτουν από τις ερωτήσεις που κάνουν οι ερευνητές και μετά τις αναγωγές στο σύνολο του πληθυσμού. Θα απαντούσαν εύκολα οι νέοι ότι «δουλεύουν με μαύρα» ή ότι απασχολούνται στις λεγόμενες «δουλειές του ποδαριού»;
Η σύγκριση με την Ευρώπη
Η απασχόληση των νέων ηλικίας 20 έως 29 ετών καταγράφεται συστηματικά από τη Eurostat καθώς για ευνόητους λόγους απασχολεί όλη την ήπειρο. Τα στοιχεία του 2023, που είναι και τα πιο επίκαιρα, φέρνουν την Ελλάδα στην 3η θέση από το τέλος με ποσοστό απασχόλησης 52,6%. Χαμηλότερα, κατατάσσεται μόνον η Ιταλία με το 49,4%, αλλά και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη με το 45,6%.
Η χαμηλή επίδοση σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κρύβει πάντως μια σημαντική βελτίωση που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια καθώς μεσούσης της οικονομικής κρίσης, η απασχόληση των νέων 20-29 ετών περιορίστηκε σε δραματικά επίπεδα. Το χειρότερο ποσοστό ήταν το 36,7% του 2013, το οποίο ανέβηκε στο 46% έως το 2019, υπήρξε μια αναστροφή τάσης το 2020 λόγω πανδημίας, που περιόρισε και πάλι το ποσοστό της απασχόλησης στο 43,8%, ενώ πλέον το ζητούμενο σε πρώτη φάση είναι η απασχόληση των νέων να επανέλθει στα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα, όταν καταγράφονταν ποσοστά κοντά στο 60%.
Συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρώπης, η απόσταση παραμένει πολύ μεγάλη αυτή τη στιγμή. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, απασχολούνται οι δύο στους τρεις και όχι ο ένας στους δύο όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, ενώ είναι πολλές οι χώρες που εμφανίζουν ποσοστά άνω του 70%. Η Ολλανδία –χώρα με εντελώς διαφορετικό σκεπτικό όσον αφορά τον απογαλακτισμό των νέων από την οικογένεια– κυριαρχεί στην Ευρώπη με ποσοστό που πλέον έχει εκτοξευτεί στο 83,5%. Τι πρέπει να συμβεί για να αυξηθεί το ποσοστό απασχόλησης των νέων στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (δηλαδή, κοντά στο 66%); Πρακτικά, να βρουν δουλειά επιπλέον 140.000 νέοι ηλικίας 20 έως 29 ετών, δεδομένου ότι λόγω της υπογεννητικότητας ο πληθυσμός στην συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα μάλλον θα φθίνει παρά θα αυξάνεται.
Εστίαση και τουρισμός
Από τον συνολικό πληθυσμό των «τυχερών» νέων ηλικίας 20 έως 29 ετών που έχουν μια θέση εργασίας, ο ένας στους τρεις απασχολείται είτε στην παροχή υπηρεσιών –κυρίως εστίαση– είτε ως πωλητής και ο ένας στους πέντε ως «επαγγελματίας». Υπάλληλοι γραφείου είναι οι 12 στους 100, ενώ αυτοί που επιλέγουν να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα είναι μόλις οι 6 στους 100. Η κατανομή των νέων με δουλειά ανά τομέα απασχόλησης ουσιαστικά αποτυπώνει και την οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η generation Z. Ο τουρισμός και η εστίαση (εστιατόρια, καφετέριες κ.λπ.) δύσκολα εξασφαλίζουν τετραψήφιο μισθό, ενώ το ίδιο ισχύει στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα και για τους υπαλλήλους γραφείου (σ.σ. συνήθως γίνεται λόγος για απασχολούμενους σε θέσεις εξυπηρέτησης πελατών, τηλεφωνικά κέντρα κ.λπ.). Η στατιστική καταγράφει και τους νέους που κατατάσσονται στα «ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη», αποτυπώνοντας φυσικά ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό της τάξεως του 0,78%, κάτι που δείχνει ότι ιστορίες για «επιτυχημένους managers κάτω των 30» στην Ελλάδα δεν έχουμε πολλές να διηγηθούμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου