Ερώτηση κατέθεσαν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ των οποίων ο βουλευτής Μεσσηνίας Θανάσης Πετράκος προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Εξωτερικών και Οικονομικών για τις διαπραγματεύσεις που γίνονται ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ, για τη δημιουργία της Ζώνης Ελεύθερου Εμπορίου που προκαλούν έντονη ανησυχία στον αγροτικό κόσμο της Ευρώπης αλλά και στους ευρωπαίους πολίτες.
Συγκεκριμένα, οι ερωτώντες βουλευτές επισημαίνουν ότι: «όσον αφορά στα αγροτικά προϊόντα, η επιμονή των ΗΠΑ για αποδοχή από πλευράς Ε.Ε., εξαγωγών προς αυτήν, των δικών τους, ιδιαίτερα χαλαρών προδιαγραφών παραγωγής, προϊόντων και η ταυτόχρονη απροθυμία τους να δεχθούν την προστασία στο έδαφός τους των ευρωπαϊκών προϊόντων γεωγραφικής ένδειξης, αλλά και η ελλιπής ενημέρωση από πλευράς Κομισιόν προς τα κράτη μέλη, δημιουργεί ένα ιδιαίτερα ομιχλώδες τοπίο για τα ελληνικά προϊόντα ΠΟΠ/ΠΓΕ που εξάγονται στις ΗΠΑ. Άλλωστε, η πρόσφατη αντίστοιχη συμφωνία με την κυβέρνηση του Καναδά (CETA) δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, ιδιαίτερα για προϊόντα τεράστιας σημασίας για την ελληνική γεωργία, κτηνοτροφία αλλά και εν γένει της ελληνικής οικονομίας, όπως η φέτα, οι ελιές καλαμών και το ελαιόλαδο.
Μάλιστα, όσον αφορά στο ελαιόλαδο, το ΥΠΑΑΤ θεωρεί ότι η κατάργηση των δασμών μεταξύ ΕΕ και HΠA, μπορεί να συμβάλλει στην διεύρυνση των εξαγωγών ελαιολάδου προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αποτελούν δυναμική αγορά (μικρή εγχώρια παραγωγή ελαιολάδου με σημαντική κατανάλωση), αγνοώντας τις χρονικά μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες από την πλήρη δασμολογική απελευθέρωση, δεδομένου ότι μπορεί να μεταβληθούν τόσο η παραγωγή όσο και η εμπορική τακτική των ΗΠΑ στο μέλλον (π.χ μπορεί να εξάγουν τυποποιημένο χαμηλής ποιότητας το οποίο έχει εισαχθεί χύμα από τρίτες χώρες ή ακόμα και από την ίδια την ΕΕ), απορυθμίζοντας έτσι και την ευρωπαϊκή αγορά ελαιολάδου.»
Ακολουθεί η ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ:
Θέμα: «Κίνδυνοι από τη Διατλαντική Εταιρική και Εμπορική Σχέση (TTIP) μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, για την ελληνική αγροτική παραγωγή»
Έντονη είναι η ανησυχία που επικρατεί στον αγροτικό κόσμο της Ευρώπης αλλά και στους ευρωπαίους πολίτες, από τις διαπραγματεύσεις που γίνονται ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ, για τη δημιουργία της Ζώνης Ελεύθερου Εμπορίου (ΤΤΙΡ).
Η ανησυχία αυτή, εντείνεται από το κλίμα μυστικότητας υπό το οποίο διενεργούνται οι συνομιλίες, από τον αποκλεισμό των πολιτών στη διαδικασία αυτή αλλά και από την συμμετοχή, αντίθετα, πανίσχυρων λόμπι, τα οποία βέβαια στοχεύουν στη διαφύλαξη και ενίσχυση των δικών τους συμφερόντων.
Ιδιαίτερα όσον αφορά στα αγροτικά προϊόντα, η επιμονή των ΗΠΑ για αποδοχή από πλευράς Ε.Ε., εξαγωγών προς αυτήν, των δικών τους, ιδιαίτερα χαλαρών προδιαγραφών παραγωγής, προϊόντων και η ταυτόχρονη απροθυμία τους να δεχθούν την προστασία στο έδαφός τους των ευρωπαϊκών προϊόντων γεωγραφικής ένδειξης, αλλά και η ελλιπής ενημέρωση από πλευράς Κομισιόν προς τα κράτη μέλη, δημιουργεί ένα ιδιαίτερα ομιχλώδες τοπίο για τα ελληνικά προϊόντα ΠΟΠ/ΠΓΕ που εξάγονται στις ΗΠΑ. Άλλωστε, η πρόσφατη αντίστοιχη συμφωνία με την κυβέρνηση του Καναδά (CETA) δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, ιδιαίτερα για προϊόντα τεράστιας σημασίας για την ελληνική γεωργία, κτηνοτροφία αλλά και εν γένει της ελληνικής οικονομίας, όπως η φέτα, οι ελιές καλαμών και το ελαιόλαδο.
Μάλιστα, όσον αφορά στο ελαιόλαδο, το ΥΠΑΑΤ θεωρεί ότι η κατάργηση των δασμών μεταξύ ΕΕ και HΠA, μπορεί να συμβάλλει στην διεύρυνση των εξαγωγών ελαιολάδου προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αποτελούν δυναμική αγορά (μικρή εγχώρια παραγωγή ελαιολάδου με σημαντική κατανάλωση), αγνοώντας τις χρονικά μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες από την πλήρη δασμολογική απελευθέρωση, δεδομένου ότι μπορεί να μεταβληθούν τόσο η παραγωγή όσο και η εμπορική τακτική των ΗΠΑ στο μέλλον (π.χ μπορεί να εξάγουν τυποποιημένο χαμηλής ποιότητας το οποίο έχει εισαχθεί χύμα από τρίτες χώρες ή ακόμα και από την ίδια την ΕΕ), απορυθμίζοντας έτσι και την ευρωπαϊκή αγορά ελαιολάδου.
Επιπλέον, είναι γνωστό ότι στη συμφωνία θα υπάρχουν όροι, σύμφωνα με τους οποίους «πολυεθνικές εταιρείες θα σύρουν στα δικαστήρια τις κυβερνήσεις των οποίων ο πολιτικός προσανατολισμός θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των κερδών τους», απαιτώντας «την καταβολή γενναίων αποζημιώσεων για διαφυγόντα κέρδη από την εφαρμογή μιας πολύ περιοριστικής εργατικής ή και περιβαλλοντικής νομοθεσίας» (Πηγή: Le Monde Diplomatique). Το βέβαιο αυτό σενάριο, σε συνδυασμό με την απίστευτη ενέργεια του Υπουργού Περιβάλλοντος, να προωθήσει το θέμα των ΓΤΟ, καθιστώντας μάλιστα τα κράτη μέλη υπεύθυνα για την αποδοχή τους ή όχι έδαφός τους, είναι αποκαλυπτικό του δυσοίωνου μέλλοντος που επιφυλάσσεται για την ευρωπαϊκή γεωργία και τη διατροφική ασφάλεια.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου