Όπως ανέφερε ο κ. Αναγνωστόπουλος: “Ειδικά σε μια κατηγορία προϊόντων που έχει ενσωματώσει και πάρα πολλούς από τους κωδικούς που υπήρχαν στην πρωτοβουλία “μόνιμη μείωση της τιμής” στα καθαριστικά προϊόντα, στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής, βρεφικές πάνες και ούτω καθεξής, έχουν επιτευχθεί πολύ μεγαλύτερες μειώσεις από το 5%, οπότε η συνέχιση του ίδιου μέτρου που αφορούσε 5% σε σχέση με τον Οκτώβριο, Νοέμβριο, θα ήταν προβληματικό, υπό την έννοια ότι θέλουμε να κάνουμε ακόμα μεγαλύτερες μειώσεις τιμών στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Και αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να επιτρέψουμε στα καινούργια μέτρα αυτά, τα οποία έχουν υιοθετηθεί και λειτουργούν από τον Μάρτιο, να δράσουν”.
Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας: “Όπως έχουμε δει από τα στοιχεία τα οποία έρχονται από τα σουπερμάρκετ κάθε εβδομάδα, έχουν περιοριστεί πάρα πολύ οι ανατιμήσεις, υπό την έννοια ότι πλέον οι προμηθευτές δεν κάνουν ανατιμήσεις, δεν αλλάζουν τους τιμοκαταλόγους τους ακριβώς επειδή δεν μπορούν -εάν κάνουν την αύξηση αυτή- να κάνουν οποιαδήποτε προωθητική ενέργεια ή έκπτωση, και αυτό έχει εμποδίσει όλες αυτές τις επιχειρήσεις να κάνουν αύξηση τιμών”.
“Το λέω και πάλι”, σημείωσε, “το μέτρο αυτό έχει υπερκαλυφθεί από τα μέτρα που λάβαμε στη συνέχεια, τα οποία έχουν ληφθεί και γι΄ αυτό το λόγο, δηλαδή δεν θα δει κάποιος αυξήσεις τιμών. Μάλιστα, περιμένουμε μεγαλύτερες μειώσεις τιμών. Αν αφήναμε λοιπόν την πρωτοβουλία αυτή απλώς να συνεχιστεί, θα είχαμε τις ίδιες τιμές με σήμερα και θα έλεγε ο προμηθευτής ότι κάνει 5% μείωση. Θέλουμε καινούργιες μειώσεις και άρα αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αφήσουμε τα επόμενα μέτρα που ελήφθησαν τον Μάρτιο να λειτουργήσουν”.
Ο γενικός γραμματέας πρόσθεσε: “Θυμίζω ότι η μόνιμη μείωση τιμής 5% ήταν εθελοντική ενέργεια, συμμετείχαν μόνο όσες επιχειρήσεις το επιθυμούσαν και δεσμεύονταν να διατηρήσουν για 6 μήνες την τιμή τους χαμηλότερα κατά 5% σε σχέση με αυτή που είχαν τον Οκτώβριο του 2023. Τα μέτρα τα οποία λάβαμε τον Μάρτιο δεν είναι εθελοντικού χαρακτήρα. Τα μέτρα του Μαρτίου αφορούν όλες τις κατηγορίες τροφίμων και διαφόρων άλλων προϊόντων, δηλαδή όχι 1.200 κωδικούς, αλλά περίπου 20.000 κωδικούς που υπάρχουν στα σουπερμάρκετ.
Και προφανώς, το ξαναλέω, έχουν υπερκαλύψει το συγκεκριμένο μέτρο, γι΄ αυτό το λόγο δεν αναμένεται να δούμε και καμία απολύτως διαφοροποίηση στις τιμές, τουλάχιστον προς τα πάνω.
Προς τα κάτω μπορεί να δούμε διαφοροποιήσεις στις τιμές, υπό την έννοια ότι φαίνεται ότι περνάμε σε μία φάση μείωσης του πληθωρισμού κι αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, από τα οποία προκύπτει ότι από τις αρχές του έτους μέχρι σήμερα έχουμε μεσοσταθμική μείωση τιμών σε όλα τα διατροφικά προϊόντα κατά 1%.
Τους επόμενους μήνες περιμένουμε μείωση τιμών και άρα θα πρέπει να επιτρέψουμε στα νέα μέτρα αυτά να μεταφέρουν αυτές τις μειώσεις τιμών στους καταναλωτές”.
Οι προβληματικές αγορές
Ο κ. Αναγνωστόπουλος πρόσθεσε: “Υπάρχουν τρεις αγορές οι οποίες είναι προβληματικές αυτή τη στιγμή. Η μία είναι του καφέ, αλλά ακόμα δεν έχουμε δει στην πράξη κάποια μεταβολή ουσιαστική. Έχουμε δει όμως μεταβολές ουσιαστικές στο κακάο και στο φυσικό χυμό πορτοκάλι, κι εκεί είναι τα μεγάλα προβλήματα.
Στον καφέ, παρότι υπάρχει μια διεθνής φημολογία, ακόμα δεν έχουν καταγραφεί αυξήσεις, τουλάχιστον σε επίπεδο στατιστικών στοιχείων. Παρακολουθούμε το συγκεκριμένο φαινόμενο, ωστόσο και αυτό το ζήτημα δυστυχώς έχει να κάνει με το διεθνές εμπόριο.
Θα ήμουν πολύ επιφυλακτικός σε ό,τι αφορά τις αυξήσεις των τιμών του καφέ, υπό την έννοια ότι ακόμα δεν έχει παρουσιαστεί μια τέτοια εικόνα και είναι πολύ λίγο νωρίς να μιλήσουμε για κάτι τέτοιο.
Σε ό,τι αφορά στο ελαιόλαδο, επηρεαζόμαστε πάρα πολύ από τις δύο τελευταίες χρονιές της κακής σοδειάς στην Ισπανία. Στις υπόλοιπες χώρες επίσης δεν είχαμε πολύ καλή σοδειά της Μεσογείου, αλλά ειδικά στην Ισπανία υπήρξε μια καταστροφή τα δύο τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί πάρα πολύ οι τιμές.
Ο μισός πληθωρισμός τροφίμων που έχουμε αυτή τη στιγμή οφείλεται καθαρά στο ελαιόλαδο.
Όχι μόνο η Ελλάδα, το ίδιο πρόβλημα έχει και η Ισπανία, λιγότερο η Πορτογαλία και η Ιταλία, οι οποίες κάνουν μίξεις ελαιόλαδου με άλλα έλαια.
Στην Ισπανία όμως και στην Ελλάδα, που αυτό δεν είναι στην κουλτούρα των δύο λαών, οι τιμές έχουν αυξηθεί πάρα πολύ στο ελαιόλαδο και θα είναι αυξημένες σίγουρα μέχρι να έχουμε στοιχεία για την επόμενη σοδιά.
Από το φθινόπωρο θα αρχίσουμε να βλέπουμε την διαφορά, διότι τότε θα έχουμε εικόνα από το πώς θα πάει η επόμενη σοδειά. Αυτό προφανώς επηρεάζει τις τιμές του ελαιόλαδου, διότι πάντοτε οι τιμές του ελαιολάδου είναι χρηματιστηριακού τύπου σε διεθνές επίπεδο και επηρεάζεται πάρα πολύ το διεθνές εμπόριο”.
Επιπλέον, ο γενικός γραμματέας ανέφερε: “Σχετικά με την μόνιμη ακρίβεια που παρατηρείται στις τιμές από το χωράφι στο ράφι, εδώ και πολλά χρόνια συζητείται το ίδιο ακριβώς φαινόμενο και φαίνεται να μην κάνει κανείς κάτι γι΄ αυτό. Το ερώτημα είναι μήπως τελικά όλο αυτό είναι απλώς μια θεωρία συνομωσίας, ότι δηλαδή από το χωράφι στο ράφι οι τιμές ακριβαίνουν υπερβολικά και ότι κάτι δεν πάει πάρα πολύ καλά.
Σίγουρα υπάρχουν φαινόμενα τα οποία είναι προβληματικά, δεν θα το αρνηθεί κανείς αυτό. Αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι τα προϊόντα που καταναλώνουμε στο ράφι όταν φεύγουν από το χωράφι έχουν κάποια κόστη.
Πολλά από τα κόστη δεν είναι μόνο μεταφορικά, όπως πολλές φορές φανταζόμαστε, αλλά είναι κόστη τα οποία αφορούν στην τυποποίηση, στη διαλογή των προϊόντων, στην αποθήκευση των προϊόντων επί μακρό χρονικό διάστημα, προκειμένου να τα έχουμε διαθέσιμα για πολλούς μήνες”.
Ως παράδειγμα, ο κ. Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε στην τιμή των μήλων. Όπως είπε: “Τα μήλα μαζεύονται τον Οκτώβριο, όμως μήλα καταναλώνουμε από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο.
Για να μπορούμε να το κάνουμε αυτό και να μην έχουμε απλώς μήλα μόνο τον Οκτώβριο, άντε και τον Νοέμβριο χρειάζεται να κάποιος να τα αποθηκεύσει, χρειάζεται να υπάρχει τυποποίηση, χρειάζεται να υπάρχει υγειονομικός έλεγχος, χρειάζεται να πεταχτούν πολλά από αυτά και να καταλήξουν να γίνουν χυμοί.
Όλα αυτά προφανώς ενσωματώνονται στο κόστος και δεν θα διαφωνήσει βέβαια κανείς ότι σίγουρα υπάρχουν και προβληματικές περιοχές.
Υπάρχουν σημεία στα οποία και οι χονδρέμποροι και λιανέμποροι μπορεί να έχουν αυξημένα κέρδη, τα οποία ενδεχομένως δεν δικαιολογούνται από τις περιστάσεις, αλλά η αλήθεια είναι εκεί ότι θα πρέπει για να μπορέσουμε να αποφύγουμε αυτή την εικόνα να αυξήσουμε τον ανταγωνισμό και να μπορέσουμε να άρουμε όλα τα εμπόδια τα οποία υπάρχουν στην αγορά από το χωράφι στο ράφι, προκειμένου να μειωθεί κατά τι η ψαλίδα, αυτή όμως δεν μπορεί να σταματήσει να υπάρχει γιατί όπως είπα και προηγουμένως, δυστυχώς υπάρχουν διάφορα στάδια επεξεργασίας των τροφίμων που φτάνουν στο χέρι μας στο ράφι και γι΄αυτό το λόγο όλα αυτά τα κόστη προφανώς είναι αυξημένα”.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου