Στην προηγούμενη «Ελαιοτεχνία 2014», έκθεση ελιάς και ελαιολάδου γνώρισα τον Gregor Christiaans ο οποίος είχε έρθει σαν επισκέπτης. Διαπίστωσα ότι είναι ένας από τους ελάχιστους γνώστες του ελληνικού ελαιολάδου εκτός Ελλάδας. Ευγενής, προσηνής, με διάθεση για προώθηση του ελληνικού ελαιολάδου στην χώρα του, αλλά και πέραν αυτής. Ο Gregor στην εφημερίδα «Τα Νέα» (ένθετο οικονομία) και στην δημοσιογράφο Μαρία Βασιλείου είχε δώσει συνέντευξη με θέμα: «Το λάδι είναι ο χρυσός της Ελλάδας». Παρουσιάζουμε όλο το σχετικό κείμενο παρακάτω. “Σε αναμένουμε Gregor και στην 7η Ελαιοτεχνία 2015 να μιλήσουμε ξανά για τις προοπτικές και τις δυνατότητες της ελληνικής παραγωγής”.
Γιώργος Κουβέλης
www.eleotexnia.gr
www.eleotexnia.gr
“Η μεσογειακή δίαιτα μπορεί να κάνει την Ελλάδα και πάλι υγιή”, δηλώνει με έκδηλη την εκτίμησή του προς τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα ο Ολλανδός Γκρέιγκορ Χρίστιαανς, ένας από τους τέσσερις εγκεκριμένους γευσιγνώστες ελαιολάδου στη χώρα του. Μέσω του λογοπαιγνίου με την έννοια της υγείας, το οποίο χρησιμοποιεί τακτικά σε παρουσιάσεις γευσιγνωσίας ελαιολάδου, ο κ. Χρίστιαανς παραπέμπει στις οικονομικές δυνατότητες της ελληνικής γεωργίας και ιδίως του ελαιολάδου, αλλά και στις ευεργετικές προοπτικές που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν για την οικονομία της χώρας, εφόσον μεγιστοποιηθούν και εκσυγχρονιστούν πωλήσεις και μάρκετινγκ. Ως ειδικός επί του ελαιολάδου, του “υγρού χρυσού της Νότιας Ευρώπης”, όπως το χαρακτηρίζει, γνωρίζει από πρώτο χέρι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που κρύβει το ελληνικό ελαιόλαδο τόσο σε επίπεδο ποιότητας και τιμής όσο και σε επίπεδο γεύσης. Στα πλεονεκτήματα αυτά προσπαθεί να μυήσει τους συμπολίτες του, επαγγελματίες της εστίασης, αλλά και απλούς ανθρώπους, οι οποίοι επιδεικνύουν ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια για τη χρήση του ελαιολάδου. Έκτοτε, έχει τη μύτη του μέσα σε ένα μικρό ποτήρι με ελαιόλαδο, οσφραίνοντας την ποιότητά του και δοκιμάζοντας τη γεύση του τόσο ως γευσιγνώστης όσο και ως έμπορος, δραστηριότητα που ξεκίνησε συστηματικά το 2009, όταν αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τις πωλήσεις στον όμιλο Makro, έχοντας όμως εξοικειωθεί πλήρως με την αγορά τροφίμων της Ολλανδίας.
ΠΟΥΛΑΕΙ ΣΕ
ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ
Η τεχνογνωσία αυτή τον βοήθησε να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία εμπορίας ελαιολάδου και να αποκτήσει σταδιακά 130 πελάτες – εστιατόρια ανά τη χώρα, αλλά και εκατοντάδες θιασώτες των γευσιγνωστικών του παρουσιάσεων σε μεγάλες ολλανδικές πόλεις. Η πιο πρόσφατη έγινε στις αρχές Απριλίου στο αρχαιολογικό μουσείο του Λάιντεν, όπου κοινό και ειδικός αντάλλασσαν επί μιάμιση ώρα τις απόψεις τους για τη γεύση, τη μυρωδιά, τη θρεπτική αξία μιας σειράς έξτρα παρθένων ελληνικών ελαιολάδων και δη τύπου «κορωνέικη».
Κάποιοι μύρισαν, κρατώντας ένα μικρό ποτήρι με ελάχιστα μιλιλίτρα λαδιού, φρέσκα χόρτα, κάποιοι άλλοι φρούτα. Ανάμεσα στις μυρωδιές που εντόπισε ο ίδιος ο ειδικός ήταν το αμύγδαλο, η πράσινη ντομάτα. «Άλλες φορές μυρίζω στο ελαιόλαδο λεμόνι, φρέσκιες ντομάτες, καρύδι», επισημαίνει.
Η ποικιλία Κορωναίικη, «η βασίλισσα του ελαιολάδου» κατά τον ίδιο, βρίσκεται υψηλά στο χαρτοφυλάκιο των μεσογειακών προϊόντων γαστρονομίας που διακινεί ο Ολλανδός ειδικός από τη Νότια Ευρώπη – Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα – προς την Ολλανδία. Πρόκειται, κυρίως, για λάδι (22 τόνους, εκ των οποίων το 60% προέρχεται από την Ελλάδα), ελιές (20 τόνους, με το 50% να προέρχεται από την Καλαμάτα), μπαλσάμικο και κάππαρη. “Πρόκειται για προϊόντα που χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο οι σεφ των εστιατορίων στην Ολλανδία” παρατηρεί ο Ολλανδός γευσιγνώστης, ο οποίος μάλιστα ετοιμάζεται να προσθέσει αγκινάρες και λιαστές ντομάτες στα προϊόντα που εισάγει. Ούτε ένα λίτρο το χρόνο δεν καταναλώνουν οι Ολλανδοί. Με 40.000 εταιρείες εστίασης στην Ολλανδία, αλλά και τους κατοίκους της χώρας να αναζητούν ολοένα και περισσότερο φρέσκα βιολογικά προϊόντα απευθείας από τους παραγωγούς, είναι αισιόδοξος ότι οι προοπτικές των πωλήσεων των προϊόντων που απαρτίζουν τη μεσογειακή δίαιτα είναι εξαιρετικές. Άλλωστε, όπως τονίζει, η απόσταση που χωρίζει την κατανάλωση ελαιολάδου μεταξύ των κατοίκων της Βόρειας Ευρώπης και της Μεσογείου είναι τεράστια. Στην Ολλανδία, η μέση ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση ελαιολάδου είναι μόλις 0,8 λίτρα έναντι 17 λίτρων στην Ελλάδα. «Η αγορά ελαιολάδου έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης», τονίζει, «αρκεί να υπάρξουν συντονισμένες κινήσεις μεταξύ ελαιοπαραγωγών, εμπόρων και ελληνικής κυβέρνησης για την προώθησή του. Αν οι ελληνικοί συνεταιρισμοί ενώσουν δυνάμεις και η κυβέρνηση χαράξει στρατηγικό σχέδιο, τότε οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί δε θα χρειάζεται να πωλούν το λάδι τους σε Ιταλούς μεσάζοντες. Η Ελλάδα έχει μια μοναδική πρόταση υγιεινής διατροφής, η οποία, όμως, χρειάζεται ισχυρή επωνυμία. Η Τοσκάνη φημίζεται για το φαγητό της. Γιατί δεν μπορεί να γίνει το ίδιο με την Πελοπόννησο ή την Κρήτη», αναρωτιέται, «αφού υπάρχει δυναμική». Το δείχνουν, άλλωστε, οι αντιδράσεις ιδιοκτητών και σεφ εστιατορίων, οι οποίοι έχουν αρχίσει να τοποθετούν το ελληνικό ελαιόλαδο στην κουζίνα τους, ακόμη και όταν φέρουν ιταλικά ονόματα, όπως το Pronto! Pronto! στην Ουτρέχτη. Μέχρι πρότινος οι δύο Ολλανδέζες νεαρές ιδιοκτήτριες του εστιατορίου χρησιμοποιούσαν λάδι «συσκευασμένο στην Ιταλία». Σήμερα, αγοράζουν από τον κ. Χρίστιαανς το ελαιόλαδο του συνεταιρισμού Ζάκρος και, μάλιστα, σε πιο ανταγωνιστική τιμή.
ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ
Η τεχνογνωσία αυτή τον βοήθησε να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία εμπορίας ελαιολάδου και να αποκτήσει σταδιακά 130 πελάτες – εστιατόρια ανά τη χώρα, αλλά και εκατοντάδες θιασώτες των γευσιγνωστικών του παρουσιάσεων σε μεγάλες ολλανδικές πόλεις. Η πιο πρόσφατη έγινε στις αρχές Απριλίου στο αρχαιολογικό μουσείο του Λάιντεν, όπου κοινό και ειδικός αντάλλασσαν επί μιάμιση ώρα τις απόψεις τους για τη γεύση, τη μυρωδιά, τη θρεπτική αξία μιας σειράς έξτρα παρθένων ελληνικών ελαιολάδων και δη τύπου «κορωνέικη».
Κάποιοι μύρισαν, κρατώντας ένα μικρό ποτήρι με ελάχιστα μιλιλίτρα λαδιού, φρέσκα χόρτα, κάποιοι άλλοι φρούτα. Ανάμεσα στις μυρωδιές που εντόπισε ο ίδιος ο ειδικός ήταν το αμύγδαλο, η πράσινη ντομάτα. «Άλλες φορές μυρίζω στο ελαιόλαδο λεμόνι, φρέσκιες ντομάτες, καρύδι», επισημαίνει.
Η ποικιλία Κορωναίικη, «η βασίλισσα του ελαιολάδου» κατά τον ίδιο, βρίσκεται υψηλά στο χαρτοφυλάκιο των μεσογειακών προϊόντων γαστρονομίας που διακινεί ο Ολλανδός ειδικός από τη Νότια Ευρώπη – Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα – προς την Ολλανδία. Πρόκειται, κυρίως, για λάδι (22 τόνους, εκ των οποίων το 60% προέρχεται από την Ελλάδα), ελιές (20 τόνους, με το 50% να προέρχεται από την Καλαμάτα), μπαλσάμικο και κάππαρη. “Πρόκειται για προϊόντα που χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο οι σεφ των εστιατορίων στην Ολλανδία” παρατηρεί ο Ολλανδός γευσιγνώστης, ο οποίος μάλιστα ετοιμάζεται να προσθέσει αγκινάρες και λιαστές ντομάτες στα προϊόντα που εισάγει. Ούτε ένα λίτρο το χρόνο δεν καταναλώνουν οι Ολλανδοί. Με 40.000 εταιρείες εστίασης στην Ολλανδία, αλλά και τους κατοίκους της χώρας να αναζητούν ολοένα και περισσότερο φρέσκα βιολογικά προϊόντα απευθείας από τους παραγωγούς, είναι αισιόδοξος ότι οι προοπτικές των πωλήσεων των προϊόντων που απαρτίζουν τη μεσογειακή δίαιτα είναι εξαιρετικές. Άλλωστε, όπως τονίζει, η απόσταση που χωρίζει την κατανάλωση ελαιολάδου μεταξύ των κατοίκων της Βόρειας Ευρώπης και της Μεσογείου είναι τεράστια. Στην Ολλανδία, η μέση ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση ελαιολάδου είναι μόλις 0,8 λίτρα έναντι 17 λίτρων στην Ελλάδα. «Η αγορά ελαιολάδου έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης», τονίζει, «αρκεί να υπάρξουν συντονισμένες κινήσεις μεταξύ ελαιοπαραγωγών, εμπόρων και ελληνικής κυβέρνησης για την προώθησή του. Αν οι ελληνικοί συνεταιρισμοί ενώσουν δυνάμεις και η κυβέρνηση χαράξει στρατηγικό σχέδιο, τότε οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί δε θα χρειάζεται να πωλούν το λάδι τους σε Ιταλούς μεσάζοντες. Η Ελλάδα έχει μια μοναδική πρόταση υγιεινής διατροφής, η οποία, όμως, χρειάζεται ισχυρή επωνυμία. Η Τοσκάνη φημίζεται για το φαγητό της. Γιατί δεν μπορεί να γίνει το ίδιο με την Πελοπόννησο ή την Κρήτη», αναρωτιέται, «αφού υπάρχει δυναμική». Το δείχνουν, άλλωστε, οι αντιδράσεις ιδιοκτητών και σεφ εστιατορίων, οι οποίοι έχουν αρχίσει να τοποθετούν το ελληνικό ελαιόλαδο στην κουζίνα τους, ακόμη και όταν φέρουν ιταλικά ονόματα, όπως το Pronto! Pronto! στην Ουτρέχτη. Μέχρι πρότινος οι δύο Ολλανδέζες νεαρές ιδιοκτήτριες του εστιατορίου χρησιμοποιούσαν λάδι «συσκευασμένο στην Ιταλία». Σήμερα, αγοράζουν από τον κ. Χρίστιαανς το ελαιόλαδο του συνεταιρισμού Ζάκρος και, μάλιστα, σε πιο ανταγωνιστική τιμή.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου