Ρίσκα λόγω πανδημίας, “δημοσιονομικούς αστερίσκους” με βάση τις κεντρικές επιλογές της ΕΕ για επανάκαμψη ή μη της λιτότητας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, “μάζεμα” 20 δισεκ. στα ελλείμματα, αλλά και άκρως φιλόδοξους στόχους ανάπτυξης προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο που κατατέθηκε χτες στη Βουλή.
Μια μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή ύψους σχεδόν 20 δισεκ. ευρώ που θα πρέπει να γίνει μέχρι το 2025 καταγράφεται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2022-2025 που κατατέθηκε στη βουλή χτες βράδυ. Πιο συγκεκριμένα όπως τονίζεται «το έτος 2021 ο δημοσιονομικός προσανατολισμός θα εξακολουθήσει να είναι επεκτατικός, λόγω της παράτασης της εφαρμογής των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων που υιοθετήθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση το έτος 2020, καθώς και τη λήψη νέων μέτρων για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ως εκ τούτου, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα ύψους -9,9% του ΑΕΠ,»
Αλλά «το έτος 2022, η προβλεπόμενη περαιτέρω ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και η σημαντική αποκλιμάκωση των μέτρων αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών επιδόσεων της γενικής κυβέρνησης. Ειδικότερα, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα αναμένεται να διαμορφωθεί στο -3,1% του ΑΕΠ και το πρωτογενές αποτέλεσμα θα ανέλθει σε έλλειμμα ύψους 0,5% του ΑΕΠ.»
Πρωτογενή πλεονάσματα
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται «τα επόμενα έτη που καλύπτει το ΜΠΔΣ, ήτοι τα έτη 2023, 2024 και 2025, προβλέπονται πρωτογενή πλεονάσματα καθ’ όλη την περίοδο αναφοράς, λόγω της επικράτησης βελτιωμένων μακροοικονομικών συνθηκών και της πλήρους άρσης των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων που θεσπίστηκαν για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Τα δύο τελευταία έτη της προγραμματικής περιόδου, προβλέπονται μάλιστα πλεονασματικοί προϋπολογισμοί σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, με το αποτέλεσμα του έτους 2025 να αναμένεται να ανέλθει σε πλεόνασμα ύψους 1,4% του ΑΕΠ.
Ουσιαστικά από το έλλειμμα ύψους 9,9% θα πρέπει να πάμε στο +1,4% σε 4,5 χρόνια περίπου. Κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να «κλειδώσει» μια προσαρμογή σχεδόν 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στο ότι με βάση το Μεσοπρόθεσμο το ΑΕΠ θα φτάσει τα 217 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2025. Για φέτος ΑΕΠ να κλείνει τη χρονιά στα 172,1 δισ. ευρώ έναντι 165,8 δισ. ευρώ το 2020.
Τα 100 δισεκ. έσοδα
Από φέτος, όμως, εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει μια ανοδική πορεία, η οποία προβλέπεται ότι θα φέρει τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης πάνω από 100 δισ. ευρώ το 2025. Η κατακόρυφη αύξηση κατά περίπου 17,5 δισ. ευρώ μέσα στα επόμενα χρόνια θα επιδιωχθεί να προέλθει από την αύξηση του ΑΕΠ και όχι από την αύξηση των φορολογικών συντελεστών ή την προσθήκη νέων φόρων. Γι’ αυτό και αυτή η αύξηση δεν συνοδεύεται από αύξηση της αναλογίας των εσόδων ως προς το ΑΕΠ. Αντίθετα προβλέπεται ότι τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης θα μειωθούν από το 46,5% του ΑΕΠ, που ήταν το 2019, στο 44,9% μέχρι το 2025. Σε απόλυτο αριθμό, τα έσοδα θα αυξηθούν κατά 14,3% την περίοδο 2019-2025, ενώ το ΑΕΠ κατά 18,3%, κάτι που δικαιολογεί και τη μείωση της αναλογίας των εσόδων ως προς το ΑΕΠ.
Η άνοδος του ΑΕΠ – Τα σενάρια
Οι φιλόδοξοι αυτοί στόχοι βασίζονται σε μια εκτίμηση ότι οι ρυθμοί ανάπτυξη θα είναι ψηλά. Ωστόσο καταγράφονται εναλλακτικά σενάρια.
Το δυσμενές θέτει την ανάπτυξη στο επίπεδο του 2,6% φέτος αντί πρόβλεψης για 3,6% σε περίπτωση αναζωπύρωσης της πανδημίας από το φθινόπωρο και το αισιόδοξο που ανεβάζει στο 4,6% τον ρυθμό μεγέθυνσης εφόσον αρθούν οι αβεβαιότητες που συνδέονται με τον κορονοϊό. Πέραν αυτών υπάρχει και ένα τρίτο σενάριο που αναλύει τον κίνδυνο που ελλοχεύει από μία ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων. Ειδικότερα
Το πρώτο σενάριο προβλέπει μείωση του ρυθμού ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ του έτους 2021 κατά 1%, αλλά αμετάβλητους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα έτη. Παρά το αρνητικό ενδεχόμενο, το πραγματικό ΑΕΠ στο τέλος του έτους 2022 υπερβαίνει οριακά το επίπεδο του έτους 2019. Η εξέλιξη αυτή συνεπάγεται τη διαμόρφωση των ισοζυγίων της Γενικής Κυβέρνησης σε επίπεδο σταθερά χαμηλότερο ανά έτος κατά 0,5% του ΑΕΠ, καθώς επίσης και μια αρχική αύξηση στο ποσοστό Χρέους κατά 2,1% του ΑΕΠ η οποία όμως επηρεάζει και τα επόμενα έτη.
Το δεύτερο σενάριο προβλέπει αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ του έτους 2021 της τάξεως του 1%, που δεν θα επιδράσει όμως στους ρυθμούς ανάπτυξης των επόμενων ετών. Στο δημοσιονομικό σκέλος, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται σε επίπεδο σταθερά υψηλότερο ανά έτος κατά 0,5% του ΑΕΠ και διαμορφώνονται θετικές τιμές για το διαρθρωτικό ισοζύγιο ήδη από το 2022, προσεγγίζοντας το 2% του ΑΕΠ το 2024.
Το τρίτο σενάριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι θα κινηθούν ανοδικά τα επιτόκια, με την αύξησή τους όμως να πραγματοποιείται σταδιακά και με επιβραδυνόμενο ρυθμό, και να ανέρχεται σε 100 μονάδες βάσης, την τριετία 2022-2024. Η προαναφερόμενη εξέλιξη αναμένεται να έχει ήπια αρνητική επίδραση στο ρυθμό ανάπτυξης, με το πραγματικό ΑΕΠ το 2025 να είναι μόνο κατά 0,19% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του σεναρίου βάσης. Αντίστοιχα, η επίδραση στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται στο 0,1% του ΑΕΠ το 2022 και προσεγγίζει το 0,3% κατά το τέλος του χρονικού ορίζοντα της προγραμματικής περιόδου, αλλά η επίδραση στο πρωτογενές πλεόνασμα είναι πολύ χαμηλή, έως 0,1% του ΑΕΠ. Η αρνητική επίδραση στο δημόσιο χρέος είναι επίσης μικρή, με το ποσοστό χρέους να ανέρχεται σε επίπεδο μόλις 0,2% υψηλότερο έναντι της πρόβλεψης του σεναρίου βάσης το 2025.
Πάντως οι κυβερνητικές προβλέψεις ειδικά στο «καλό σενάριο» της ανάπτυξη βασίζονται στο ότι θα υπάρξει πλήρης αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αναθέρμανση της ιδιωτικής κατανάλωσης, εκρηκτική άνοδος των επενδύσεων ειδικά το 2022 και ενίσχυση των εξαγωγών. Κάτι που βέβαια σημαίνει ότι θα μπορέσει η ελληνική οικονομία να κάνει μεγάλες υπερβάσεις.
Ειδικότερα η ιδιωτική κατανάλωση εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από 2,6% φέτος στο 2,9% το 2022 και κατά μέσον όρο 2,5% τα επόμενα έτη. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα απογειωθούν το επόμενο έτος σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ αύξησης 30,3% και θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία με ρυθμό πάνω από 10% έως το 2025. Όσον αφορά τις εξαγωγές από 10,4% φέτος θα αυξηθούν κατά 13,8% το 2022, για να πέσουν στο 7,5% το 2023, στο 6,2% το 2024 και στο 5,2% το 2025.
Οι ελαφρύνσεις
Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025 δεν καταγράφονται επακριβώς οι νέες φοροελαφρύνσεις, όπως παρουσιάστηκαν στο Υπουργικό Συμβούλιο. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «το σενάριο βάσης απεικονίζει αποκλειστικά τις ήδη θεσμοθετημένες κυβερνητικές αποφάσεις, δεν αντανακλά τις κυβερνητικές πολιτικές που θα νομοθετηθούν στο μέλλον στη βάση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου που κατά περίπτωση προκύπτει από τον συνδυασμό του ΜΠΔΣ και των νέων στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων που θα γίνουν γνωστοί σε μεταγενέστερο χρόνο όταν ολοκληρωθούν οι σχετικές συζητήσεις για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που θα ισχύσουν στην ευρωζώνη από το 2023 και εντεύθεν».
Είναι ενδεικτικό ότι με βάση το σχετικό πίνακα με τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις, το κόστος για την επέκταση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών το 2022 ανέρχεται σε 816 εκ. ευρώ και σε 767 εκ. ευρώ από την αναστολή της εισφορά αλληλεγγύης. Ωστόσο από το 2023 και μετά προβλέπεται μηδενισμός της επιβάρυνσης του προϋπολογισμού, πράγμα που προξενεί απορία για το τι μέλλει γενέσθαι με το συγκεκριμένο μέτρο
Βέβαια, όπως σημειώνεται, «κατόπιν της ενεργοποίησης της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τα μέτρα αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας είναι προσωρινής φύσης και δεν παρουσιάζονται εν προκειμένω μέτρα που οδηγούν σε σημαντικές δημοσιονομικές αποκλίσεις σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα».
Σημειώνεται ότι ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, στο υπουργικό συμβούλιο περιγράφοντας το νέο Μεσοπρόθεσμο, έκανε λόγο για τέσσερις προσωρινές φοροελαφρύνσεις, που είναι πιθανόν να μονιμοποιηθούν, εάν υπάρξει ο απαιτούμενος δημοσιονομικός χώρος:
- Αναστολή καταβολής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα για το 2021 και το 2022.
- Επιπλέον μείωση – κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες – των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα για το 2021 και το 2022.
- Μείωση του ΦΠΑ στις μεταφορές, στον καφέ και τα μη αλκοολούχα ποτά, στους κινηματογράφους και τις θεατρικές παραστάσεις (έως 30.09.2021).
- Μείωση του ΦΠΑ στο τουριστικό πακέτο (έως 31.12.2021).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου