«Εκρηκτικές» διαστάσεις λαμβάνουν οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα
, δημιουργώντας νέες απώλειες στα εισοδήματα των πολιτών, οι οποίοι έρχονται καθημερινά σε επαφή με το «τέρας» της ακρίβειας τόσο στα ράφια σούπερ μάρκετ όσο και στους πάγκους των λαϊκών αγορών. Πλέον, πολλοί αναλυτές κάνουν λόγο για φαινόμενα αισχροκέρδειας στην ελληνική αγορά, καθότι την ώρα που ο γενικός πληθωρισμός «έπεσε» στο 1,8% τον Ιούνιο, ο αντίστοιχος δείκτης των τροφίμων αυξήθηκε κατά 12,2%. Αξίζει να σημειωθεί πως με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που δημοσιεύτηκαν σήμερα η ομάδα ‘Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά’ αυξάνεται με 2ψήφια ποσοστά για 15 συνεχόμενους μήνες, ενώ συνολικά κινείται ανοδικά για 25 συνεχόμενους μήνες, ήτοι από τον Ιούνιο του 2021! Ακόμη και σε επίπεδο ενός μήνα (Μάιος-Ιούνιος 2023) η άνοδος της συγκεκριμένης κατηγορίας έφτασε το 2,1%, κάτι το οποίο οφείλεται κυρίως στην αύξηση τιμών σε: χοιρινό, νωπά ψάρια, τυριά, νωπά φρούτα, πατάτες.
Τα νοικοκυριά «κόβουν» δαπάνες
Η ανυποχώρητη ακρίβεια στα τρόφιμα δημιουργεί έναν ασφυκτικό κλοιό στα ελληνικά νοικοκυριά, καθώς δαπανούν πάνω από το 20% του εισοδήματός τους για είδη διατροφής, ενώ για το φτωχότερο 20% του πληθυσμού η κατάσταση είναι ακόμη πιο δύσκολη μιας και το ποσοστό του εισοδήματός τους που αντιστοιχεί στις αγορές βασικών προϊόντων πρώτης ανάγκης αγγίζει το 30%. Το συνολικό ζήτημα είναι ιδιαιτέρως σοβαρό, καθότι μειώνει ολοένα και περισσότερο την αγοραστική δύναμη των πολιτών, με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής να αναφέρει στην έκθεση που έδωσε πριν λίγες ημέρες στη δημοσιότητα πως «Η διατήρηση του υψηλού πληθωρισμού κάποιων βασικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα, επιβαρύνει το κόστος διαβίωσης των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, καθώς μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους δαπανάται σε τρόφιμα, και καθιστά απαραίτητη τη διατήρηση των έκτακτων εισοδηματικών ενισχύσεων με το ανάλογο δημοσιονομικό κόστος».
Άτυπο debate στην αγορά για την απληστία και τις αυξήσεις μισθών
Το βασικό ζήτημα είναι τα απανωτά πλήγματα στις «πλάτες» των καταναλωτών, οι οποίοι προχωρούν σε περικοπές με όποιον τρόπο μπορούν. Χαμηλές προσδοκίες για το καταναλωτικό κλίμα της χώρας στο επόμενο εξάμηνο καταγράφει η έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος, αποτυπώνοντας την παρούσα κατάσταση και τις προσδοκίες των καταναλωτών για το μέλλον. Στα πιο σημαντικά ευρήματα της τελευταίας έρευνας του ΣΕΛΠΕ είναι ότι 1 στους 2 καταναλωτές προτίθεται να μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, ενώ οι πληρωμές λογαριασμών και οι αγορές προϊόντων αποτελούν πλέον τις δύο μεγαλύτερες δαπάνες ως ποσοστού του μηνιαίου εισοδήματος.
Αισχροκέρδεια
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία δείχνουν κάποιους παραλογισμούς οι οποίοι προκαλούν αντιδράσεις στους καταναλωτές, όπως το ότι η κατηγορία νωπά φρούτα σημείωσε μια τεράστια αύξηση της τάξης του 28,8%, μέσα σε μόλις ένα μήνα (Μάιος-Ιούνιος 2023). Από εκεί και πέρα, σε ετήσιο επίπεδο σημειώθηκαν ανατιμήσεις 13% σε αναψυκτικά/νερό, 14% στα λαχανικά, 15% στα γαλακτοκομικά, 14% στα λάδια και 9,5% στα δημητριακά. Πάντως, πολλοί παράγοντες της αγοράς σημειώνουν με νόημα πως ούτε το Market Pass ούτε το «Καλάθι του νοικοκυριού» είναι σε θέση να δημιουργήσουν συνθήκες μείωση των τιμών στα τρόφιμα. Μάλιστα, το δεύτερο κυβερνητικό μέτρο τυγχάνει της αποδοκιμασίας τόσο της βιομηχανίας τροφίμων όσο και του κόσμου του λιανεμπορίου. Σε κάθε περίπτωση και πρά τους όποιυς ελέγχους γίνονται, έχουν αρχίσει και πληθαίνουν οι φωνές που κάνουν λόγο για αισχροκέρδεια από ορισμένες πλευρές, η οποία δεν πατάσσεται.
Η αβεβαιότητα στην προμήθεια των πρώτων και δεύτερων υλών και στα κόστη μεταφοράς, το στοκ των προϊόντων που έχουν παραχθεί με ακριβούς συντελεστές παραγωγής και δεν έχουν ακόμη διατεθεί στη λιανική, αλλά και η στρατηγική των πολυεθνικών εταιρειών, όπως και ορισμένων εγχώριων βιονηχανιών, να συνεχίζουν τις ανατιμήσεις προκειμένου να θωρακίσουν την κερδοφορία τους, απομακρύνουν για αρκετούς μήνες την όποια αποκλιμάκωση στις τιμές στο ράφι. Επιπλέον σημαντικό παράγοντα για την πορεία των τιμών στα βασικά είδη τροφίμων και στα προϊόντα καθημερινής ανάγκης αποτελεί ο τουρισμός, ο οποίο είναι αυξημένος σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μήνες του έτους.
Οι δυσοίωνες προβλέψεις της Capital Economics
Σε υψηλά επίπεδα θα συνεχίσουν να κινούνται οι τιμές των τροφίμων, παρά το γεγονός ότι το επόμενο διάστημα αναμένεται απότομη επιβράδυνση του πληθωρισμού.
Αυτό αναφέρει στην τελευταία έκθεσή της η Capital Economics, σημειώνοντας ότι η ιστορία έχει δείξει πως σπανίως η επιβράδυνση του πληθωρισμού ακολουθείται από αποκλιμάκωση της τιμής των τροφίμων. Εξάλλου, λόγω της αύξησης του εργατικού κόστους η εκτίμηση της εταιρείας αναλύσεων είναι ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ευρωζώνη θα παραμείνει θετικός, παρά την σαφή κάμψη που καταγράφηκε το τελευταίο δίμηνο και η οποία αναμένεται να συνεχιστεί.
Ως προς τις βαθύτερες τάσεις που οδηγούν τον πληθωρισμό στα τρόφιμα, οι αναλυτές υπογραμμίζουν τη σημαντική πτώση στις τιμές των αγροτικών και ενεργειακών εμπορευμάτων. Σε σύγκριση με τα υψηλά που σημείωσαν τον τελευταίο χρόνο, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων έχουν μειωθεί κατά ένα τέταρτο, η τιμή του πετρελαίου brent σε ευρώ (που αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα για το κόστος παραγωγής και μεταφοράς) έχει πέσει κατά ένα τρίτο και οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου (που επηρεάζουν σημαντικά το κόστος των λιπασμάτων) έχουν σημειώσει βουτιά περίπου 90%.
Οι δύο λόγοι
Όμως η Capital Economics θεωρεί ότι ο πληθωρισμός στα τρόφιμα δεν πρόκειται να μετατραπεί σε αρνητικός, με μείωση των τιμών των τροφίμων για δύο λόγους. Αφενός, ιστορικά ο αποπληθωρισμός στα τρόφιμα στην Ευρωζώνη είναι πολύ σπάνιος. Από το 1997, όταν άρχισαν να καταγράφονται τα στοιχεία των τιμών στην κατηγορία τροφίμων, ποτών και καπνού, ο σχετικός δείκτης έχει υπάρξει αρνητικός σε ετήσια βάση μόνο 13 από τους συνολικά 327 μήνες. Το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο έχει πέσει ο πληθωρισμός των τροφίμων (σε ετήσια βάση) είναι το -0,4%.
Αφετέρου, το εργατικό κόστος αυξάνεται με γοργό ρυθμό. Και με δεδομένο το ασυνήθιστα υψηλό μερίδιο των παραγωγών τροφίμων που δηλώνουν ότι οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού περιορίζουν την παραγωγή τους, η Capital Economics εκφράζει την εκτίμηση ότι οι ρυθμοί αύξησης των μισθών θα παραμείνουν υψηλοί για κάποιο διάστημα. Αυτό, τονίζει, θα αντισταθμίσει εν μέρει την επίδραση από τη μείωση στις τιμές της ενέργειας και των αγροτικών προϊόντων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου