Οι πληγές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και των πολιτικών των μνημονίων συνεχίζουν να «πονάνε» τα νοικοκυριά. Ακόμη και παρά το γεγονός ότι τα εισοδήματα και κατ’ επέκταση η καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια, το χάσμα συγκριτικά με το 2008 εξακολουθεί να είναι μεγάλο. «Και αυτό το φαινόμενο έχει άμεση σχέση με την επιβίωση του εμπορίου», όπως αναφέρει ο κος Γιώργος Καρανίκας, πρόεδρος Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), προλογίζοντας την ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου 2023 με την ερευνητική συνεισφορά του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ).
Πληθωρισμός τροφίμων: Οι συνέπειες των ανατιμήσεων στα εισοδήματα
Το 2008, προ της κρίσης, περισσότερα από 1 στα 3 νοικοκυριά (ποσοστό 35%) είχε μηνιαίο εισόδημα πάνω από 2.801 ευρώ, τώρα σε αυτές τις εισοδηματικές κατηγορίες ανήκει το 23%.
Αντιστρόφως τα νοικοκυριά που βρίσκονται στις χαμηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες (έως 1.100 ευρώ μηνιαίως) από 15,4% που ήταν το 2008 πλέον ξεπερνούν το 19% και ενώ συρρικνώθηκε σημαντικά το μερίδιό τους στο σύνολο των ελληνικών νοικοκυριών τη διετία 2021- 2022, στοιχείο που σηματοδοτεί τη βελτίωση των εισοδημάτων συνολικότερα.
Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος είχε εκ των πραγμάτων επίπτωση στη μέση μηνιαία καταναλωτική δαπάνη, αλλά και διαφορετική κατανομή της, με τα νοικοκυριά να δίνουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στα είδη διατροφής κόβοντας ελαστικές δαπάνες, όπως τις αγορές ρούχων, παπουτσιών και μεγάλων οικιακών συσκευών.
Μείωση 24,4% της καταναλωτικής δαπάνης
Συγκεκριμένα, μεταξύ των ετών 2008 και 2022, η συνολική μηνιαία δαπάνη καταγράφει πτώση της τάξης περίπου του -24,4% (από 2.117,6 ευρώ σε 1.600,34 ευρώ), η οποία προφανώς οφείλεται, εν πολλοίς, στις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης που ακολουθήθηκαν κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, αλλά και των επάλληλων κρίσεων, οι οποίες ακολούθησαν (υγειονομική, ενεργειακή).
Επίσης, ενώ το 2019 σημειώνεται μια αύξηση της μηνιαίας δαπάνης, εντούτοις οι απώλειες της καταναλωτικής δαπάνης, κατά το πρώτο πανδημικό έτος (2020), οδήγησαν τον μέσο όρο της συνολικής μηνιαίας δαπάνης κάτω από την τιμή του 2018.
Ακόμη και η παρατηρούμενη ανοδική τάση της δαπάνης, κατά το δεύτερο έτος της πανδημικής κρίσης (2021), της τάξης του 6,6%, δεν φαίνεται να αποκαθιστά τις απώλειες του 2020, καθώς η συνολική μηνιαία δαπάνη του 2021 υπολείπεται τόσο της δαπάνης του 2019 όσο και του 2018.
Στον αντίποδα, το 2022, η δαπάνη αυξάνεται σημαντικά κατά 12,72%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Θα πρέπει, ωστόσο, στην αύξηση αυτή να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι ο πληθωρισμός ανήλθε το 2023 στο 3,5%.
Τρόφιμα VS ένδυσης, υπόδησης και συσκευών
Η καταναλωτική δαπάνη του συνόλου των νοικοκυριών για τα είδη διατροφής και για τα μη οινοπνευματώδη ποτά εκτιμώμενη με ποσοστιαίους όρους ως προς τη συνολική δαπάνη εμφανίζει μια σημαντική τάση αύξησης.
Ενώ το 2008 το ποσοστό της δαπάνης για τα είδη διατροφής ως προς τη συνολική δαπάνη των νοικοκυριών ανέρχεται στο 16,4%, μετά από μια δεκαετία (2018) γνωρίζει άνοδο της τάξης του 3,7%.
Η αυξητική τάση της δαπάνης για είδη διατροφής συνεχίζεται περαιτέρω κατά τα δύο έτη της πανδημικής κρίσης, καθώς το ποσοστό της φθάνει στο 23,1% (2020) και σχεδόν στο 22% (2021). Το 2022, αυτή η αυξητική τάση φαίνεται να υποχωρεί κατά 1,1%.
Η μεταβολή αυτή ερμηνεύεται κυρίως από το γεγονός της μείωσης της καταναλωτικής δαπάνης σε συνδυασμό με το βασικό χαρακτηριστικό της που δεν είναι άλλο από τον ανελαστικό χαρακτήρα της.
Ενδεικτικό μάλιστα είναι ότι με τη σταδιακή αύξηση της συνολικής δαπάνης, από το 2020 έως το 2022, το μερίδιο των τροφίμων μειώνεται σταδιακά. Εκτός βέβαια από αυτή τη διαπίστωση, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη και μια σειρά από επιπλέον λόγους, όπως: η άνοδος των τιμών των τροφίμων, η αύξηση της προσφερόμενης ποικιλίας, η τμηματοποίηση, η εξειδίκευση και η επέκταση της αγοράς τροφίμων κ.λπ.
Αντίστροφη πορεία ακολούθησαν οι θεωρούμενες ως πιο ελαστικές δαπάνες, όπως αυτές για είδη ένδυσης, είδη υπόδησης και οικιακές συσκευές.
Το 2008 δίναμε κατά μέσο όρο το 8,22% των μηνιαίων δαπανών μας για να αγοράσουμε ρούχα και παπούτσια, ποσοστό που το 2022 είχε υποχωρήσει σχεδόν μισό (4,83%).
Ανάλογη είναι η εικόνα και στις αγορές οικιακών συσκευών. Το 2008 οι μηνιαίες δαπάνες για την αγορά οικιακών συσκευών αντιστοιχούσαν στο 0,79% της συνολικής μέσης μηνιαίας δαπάνης, για να υποχωρήσει σε 0,63% το 2018 και ακόμη περισσότερο το 2021 (0,59%), ενώ παρουσίασε ισχνή αύξηση το 2022 στο 0,62%.
Οι επιπτώσεις στο λιανεμπόριο
Οι διαδοχικές κρίσεις δεν διεύρυναν τις ανισότητες μόνο στην ελληνική κοινωνία, αλλά και στις επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου, ειδικά τις μικρότερες, που μοιάζουν παγιδευμένες σε μια κατάσταση «εγκλωβισμού στασιμότητας».
Μάλιστα, η στασιμότητα των επιδόσεων, σε συνδυασμό με την πληθωριστική κλιμάκωση εξωθούν τις εμπορικές επιχειρήσεις να δώσουν προτεραιότητα στην βραχυπρόθεσμη βιωσιμότητα και όχι στον μακροπρόθεσμο δίδυμο μετασχηματισμό τους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου