Μόνο εύκολη δεν είναι η επιστροφή στο χωριό, αφού για να ξεκινήσει κανείς δραστηριότητα απαιτεί να διαθέτει μεγάλα κεφάλαια, ρευστότητα, όρεξη για δουλειά και πολλά ακόμη εφόδια με κυριότερο την τεχνογνωσία. Ανασταλτικό παράγοντα, σε κάθε περίπτωση, αποτελούν και τα δυσβάσταχτα μέτρα κατά του αγροτικού κόσμου που υλοποιεί η κυβέρνηση Σαμαρά και που σαν αποτέλεσμα θα έχουν την περαιτέρω συρρίκνωση του αγροτικού κόσμου. Τα μέτρα θα ήταν ακόμη βαρύτερα, χωρίς τη συμβολή του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Αθανάσιου Τσαυτάρη.
Μπορεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς και ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να σχεδιάζουν την «επιστροφή στο χωριό» σε μια προσπάθεια να χρυσώσουν το χάπι, με αφορμή τα εξοντωτικά μέτρα κατά του αγροτικού ιστού, ωστόσο όλα αυτά μοιάζουν περισσότερο με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, παρά έχουν σχέση με την πραγματικότητα.
Η κυβέρνηση μάλιστα, όλο και πιο έντονα το τελευταίο διάστημα περνάει την εικόνα πως κόπτεται για τα συμφέροντα του ελληνικού αγροτικού κόσμου και των παραγωγών, ενώ την ίδια στιγμή προσπαθεί να αποδυναμώσει τους συνεταιρισμούς, το συνεταιριστικό κίνημα, την ΠΑΣΕΓΕΣ κι άλλους θεσμούς που στηρίζουν την ελληνική ύπαιθρο.
Σαμαράς, Χαρακόπουλος μάλιστα προανήγγειλαν πριν λίγες μέρες πως θα θέσουν σε επιχειρησιακό σχεδιασμό την «επιστροφή στο χωριό», σε συνεργασία με όλα τα αρμόδια υπουργεία κι ενώ είναι νωπές οι μνήμες από την αποτυχία του προγράμματος διάθεσης αγροτικής γης, το οποίο όχι μόνον δεν «περπάτησε», αλλά εξέθεσε τους εμπνευστές του για πολλούς λόγους. Με πρώτο και καλύτερο την ποιότητα των διατιθέμενων χωραφιών, τα οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν ήταν κατάλληλα για καλλιέργεια, αλλά και δεύτερον, διότι με 5-10 στρέμματα καλλιέργεια, δεν μπορείς να ζήσεις πλέον.
Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ έπειτα από αρκετή έρευνα και διάλογο με παραγωγικούς αγρότες παρουσιάζει έναν οδηγό για όσους ενδιαφέρονται να γυρίσουν στην ύπαιθρο και δεν ξέρουν τα κατατόπια και τις… κακοτοπιές.
Χρειάζονται κεφάλαια
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, κόπο, έξυπνες επιλογές και το κυριότερο… χρήμα, ειδικά την εποχή που διανύουμε -που το ρευστό είναι δυσεύρετο- καλείται να δαπανήσει κάποιος που επιθυμεί να παράγει όλο το χρόνο, ποιοτικά αγροτικά προϊόντα. Βέβαια η κρίση και σ’ αυτόν τον τομέα δημιουργεί ευκαιρίες.
Η οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα, σε συνδυασμό με την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών, που παρατηρείται σε τέτοιου είδους χρονικές περιόδους, με υψηλά ποσοστά ύφεσης και ανεργίας παρακινεί αρκετούς ανθρώπους – νέους στην πλειοψηφία τους – ν’ αναζητήσουν ευκαιρίες. Γιατί όχι μάλιστα να εγκαταλείψουν τις πόλεις και να επιστρέψουν στην ύπαιθρο, επενδύοντας στον πρωτογενή τομέα και δη την αγροτική παραγωγή, η οποία τους εξασφαλίζει ότι ποτέ τουλάχιστον δεν θα… πεινάσουν και πάντοτε θα έχουν κάποιο προϊόν να εμπορευτούν.
Κι αν στην πιο ευνοϊκή των περιπτώσεων διαθέτουν εκτάσεις γης (που είτε ως σήμερα ενοικίαζαν έναντι τιμήματος, είτε άφηναν χέρσες), τότε η επιστροφή στην ύπαιθρο αναμένεται πιο ομαλή και πιο… φθηνή γι’ αυτούς.
Γιατί στην αντίθετη περίπτωση απαιτείται να διαθέσουν μεγάλα κεφάλαια, προκειμένου να γίνουν ανταγωνιστικοί, σύγχρονοι και φυσικά επιχειρηματίες – αγρότες.
Βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι η κρίση των τελευταίων δυο ετών έχει δημιουργήσει συνθήκες ευνοϊκές για την επιστροφή στην ύπαιθρο και έχει δημιουργήσει εξαιρετικές ευκαιρίες για επένδυση στον πρωτογενή τομέα.
Παρ’ όλα αυτά, όπως επισημαίνουν στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ενεργοί αγρότες με μεγάλη εμπειρία στην παραγωγική διαδικασία, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη διαχείριση των κεφαλαίων, αφού από μόνο του το επάγγελμα του αγρότη εμπεριέχει ρίσκα σε ό, τι αφορά κυρίως αστάθμητους παράγοντες, όπως οι καιρικές συνθήκες και οι ασθένειες που μπορεί να «χτυπήσουν» την παραγωγή ανά πάσα ώρα και στιγμή.
Ειδικότερα, τώρα, αν ενδιαφέρεται ν’ αποκτήσει «καλά» κομμάτια αγροτικής γης, με υψηλές παραγωγικές δυνατότητες (δηλαδή να μπορεί να καλλιεργήσει τα πάντα) πρέπει να δαπανήσει ένα ικανό ποσό, δεδομένης και της οικονομικής συγκυρίας.
Έτσι, αν υποθέσουμε ότι επιλέξει ν’ αγοράσει 100 τέτοιου είδους στρέμματα αγροτικής γης, πρέπει να δαπανήσει ένα ποσό που στη καλύτερη των περιπτώσεων ξεκινά από τα 150.000 και φτάνει τα 200.000 ευρώ περίπου, καθώς οι τιμές διαμορφώνονται αυτή την περίοδο, κατά μέσο όρο, στα επίπεδα των 1.500 – 2.000 ευρώ ανά στέμμα. Ωστόσο, δεν είναι λίγες και οι ευκαιρίες που μπορεί να βρει κανείς στην αγορά και χωράφια να πωλούνται ακόμη και κοντά στα 1.000 ευρώ ανά στρέμμα, αλλά σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Σημειώνεται ότι οι συγκεκριμένες τιμές αφορούν «καλά» χωράφια, εννοείται με δυνατότητα ποτίσματος, στα οποία ο αγρότης μπορεί να καλλιεργήσει τα περισσότερα είδη προϊόντων, ν’ ασχοληθεί δηλαδή τόσο με μονοετείς όσο και πολυετείς καλλιέργειες (π.χ. μηδική με διάρκεια 4 ετών). Πρέπει εξάλλου να πούμε ότι για εκτάσεις με έτοιμες δενδροκαλλιέργειες (π.χ. ελιές Μεσσηνίας) 15ετίας οι τιμές ανεβαίνουν, όπως είναι φυσικό.
Η παραγωγή όλο το χρόνο απαιτεί… κόπο
Επιλέγοντας, τώρα, ένα δρόμο σαφώς πιο… παραγωγικό και ένα μοντέλο πολυκαλλιέργειας, ώστε να παράγει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους διαφορετικά είδους προϊόντα, με έμφαση στα αγρο-διατροφικά, ο αγρότης απαιτείται να διαθέσει πρόσθετα κεφάλαια για την προμήθεια των απαραίτητων μηχανημάτων, εκτός κι αν επιλέξει την ενοικίαση μηχανημάτων και… υπηρεσιών από άτομα που διαθέτουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό.
Ας δούμε όμως τι χρειάζεται σε πρώτη φάση ο αγρότης – επενδυτής, στην περίπτωση που καταλήξει να επωμιστεί ο ίδιος (ή η οικογένειά του, αν πρόκειται τέτοιου είδους εκμετάλλευση) την καλλιεργητική φροντίδα των διαφορετικών ειδών καλλιεργειών (πορτοκάλια, ελιές, καλαμπόκι, μηδική, βαμβάκι) με την οποία θ’ ασχοληθεί.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου